Του Σάββα Γ. Ρομπόλη*
Οι περιοριστικοί παράγοντες αναδιάρθρωσης του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης στην Ελλάδα, για την επίτευξη της μακροχρόνιας βιωσιμότητας και της κοινωνικής του αποτελεσματικότητας, είναι αρκετοί και σοβαροί, σε βαθμό που η στ...
capital.gr - Σάββατο, 9 Ιανουαρίου 2016
Συνέχεια στην πηγή...
Οι περιοριστικοί παράγοντες αναδιάρθρωσης του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης στην Ελλάδα, για την επίτευξη της μακροχρόνιας βιωσιμότητας και της κοινωνικής του αποτελεσματικότητας, είναι αρκετοί και σοβαροί, σε βαθμό που η στ...
capital.gr - Σάββατο, 9 Ιανουαρίου 2016
Συνέχεια στην πηγή...
Των Σάββα Γ. Ρομπόλη- Βασίλειου Γ. Μπέτση
Οι περιοριστικοί παράγοντες
αναδιάρθρωσης του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης στην Ελλάδα, για την
επίτευξη της μακροχρόνιας βιωσιμότητας και της κοινωνικής του
αποτελεσματικότητας, είναι αρκετοί και σοβαροί, σε βαθμό που η
στρατηγική αυτή να είναι αντικειμενικά σύνθετη, πολύπλοκη, δύσκολη
και η υλοποίησή της να απαιτεί χρόνο και πόρους, όπως, εξάλλου,
αποδεικνύεται και από τη σκληρή πραγματικότητα του Συστήματος Κοινωνικής
Ασφάλισης, καθώς και από τη δυσμενή κοινωνικο-οικονομική κατάσταση στην
οποία έχουν περιέλθει, ιδιαίτερα την τελευταία πενταετία, οι
ασφαλισμένοι και οι συνταξιούχοι.
Πράγματι, οι συσσωρευμένες παθογένειες
του παρελθόντος, το παρατεταμένο υψηλό επίπεδο της ανεργίας (25,5%), η
βαθιά ύφεση (-25%), η γήρανση του πληθυσμού, η αδήλωτη και η ανασφάλιστη
απασχόληση, η συρρίκνωση, με διάφορους τρόπους, του αποθεματικού κεφαλαίου, το οποίο σήμερα αντιπροσωπεύει ποσό 16,3 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στην καταβολή έξι μηνών συντάξεων
(κύριων και επικουρικών), η σταδιακή συρρίκνωση της κρατικής
χρηματοδότησης (18,9 δισ. ευρώ το 2010 σε 8,6 δισ. ευρώ το 2015-2018
ετησίως), η μείωση (-45%) των συντάξεων, το οικονομικό και κοινωνικό
έλλειμμα του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης κ.λπ. αποτελούν τους πιο
βασικούς παράγοντες οι οποίοι περιβάλλουν ασφυκτικά και ανησυχητικά το
Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης. Παράλληλα, όμως, αποτελούν και μια
πρόκληση εξυγίανσης της κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα, στην
κατεύθυνση της επιτακτικής ανάγκης αντιμετώπισης των προαναφερόμενων
δυσμενών εξελίξεων και καταπολέμησης της φτώχειας των συνταξιούχων,
καθώς και της κοινωνικής και εισοδηματικής ανισότητας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τα επόμενα χρόνια ένα φάντασμα θα πλανάται πάνω από την Ευρώπη.
Κι αυτό θα είναι η φτώχεια των συνταξιούχων,
ως αποτέλεσμα των περιοριστικών πολιτικών λιτότητας που έχουν πλήξει
τόσο το μακροοικονομικό όσο και το μικροοικονομικό πλαίσιο των
συνταξιοδοτικών συστημάτων στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην προοπτική αυτή, τα σοβαρότερα και
μεγαλύτερα προβλήματα σχεδόν σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
όπως και στην Ελλάδα (εκτός του Λουξεμβούργου), και της Ελβετίας και
της Αυστραλίας (εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης), αποτελούν οι χαμηλοί συντελεστές αναπλήρωσης,
καθώς και η απόλυτη σύνδεση του ποσού της σύνταξης με το εισόδημα
ολόκληρου του εργασιακού και ασφαλιστικού βίου, γεγονός που δεν παρέχει
καμία δυνατότητα αναδιανομής σε όφελος των ανέργων, των ευέλικτα
απασχολουμένων και των κοινωνικά αποκλεισμένων, οι οποίοι, ως
συνταξιούχοι, θα βρεθούν με δικαιούμενο ποσό σύνταξης κάτω από το όριο
της φτώχειας (Ελλάδα -655 ευρώ τον μήνα, 2015).
Στις συνθήκες αυτές, η οικονομικά
βιώσιμη και κοινωνικά αποτελεσματική προοπτική του Συστήματος Κοινωνικής
Ασφάλισης στην Ελλάδα, κατά την περίοδο 2015-2050, αντικειμενικά
βασίζεται στην εξασφάλιση τεσσάρων καθοριστικών για το μέλλον του
παραμέτρων: δηλαδή την αύξηση του ΑΕΠ, την αύξηση της απασχόλησης, τη δημογραφική ανανέωση του πληθυσμού και την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, οι οποίες παράμετροι ελλείπουν και με τη συμβολή των πολιτικών λιτότητας και της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης.
Έτσι, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της σχετικής αναλογιστικής προσέγγισης,
η βιώσιμη προοπτική του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης χωρίς τη μείωση
των συντάξεων, αλλά με θεσμικές και διαρθρωτικές παρεμβάσεις
εξορθολογισμού στο σκέλος των εισροών και των εκροών, επιτυγχάνεται κατά
τη διάρκεια της επόμενης 15ετίας, με την έννοια ότι τα οικονομικά
ελλείμματα σταδιακά απορροφώνται, οι συνολικές (κύριες και επικουρικές) συνταξιοδοτικές δαπάνες δεν υπερβαίνουν το 15,5% του ΑΕΠ, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ εκτιμάται στο 1,5%, το ύψος των συντάξεων διατηρείται στα σημερινά επίπεδα (65%-67%), τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης διατηρούνται στα σημερινά επίπεδα (62 ετών και 67 ετών) και ο πληθυσμός της χώρα μας διατηρείται στα σημερινά επίπεδα.
Αναδημοσίευση από το Κεφάλαιο που κυκλοφορεί.